Ακούτε τη λέξη χάκερ και φέρνετε στον νου σας έναν «σκοτεινό» τύπο που προσπαθεί μπροστά σε έναν υπολογιστή να κάνει ζημιά σε τρίτους; Ξεχάστε το. «Ο χάκερ είναι απλά αυτός που μετατρέπει ένα σύστημα στο να κάνει κάτι για το οποίο δεν ήταν σχεδιασμένο» εξηγεί ο Χάρης Πυλαρινός, ιδρυτής της Hack the Box, ενός ελληνικού εγχειρήματος, που εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη κοινότητα χάκερ στον κόσμο με μισό εκατομμύριο χρήστες.
Όσοι επιδίδονται σε χάκινγκ για να κερδοσκοπήσουν ή να προκαλέσουν ζημιά είναι απλά εγκληματίες. Οι υπόλοιποι είναι υποψήφια στελέχη κυβερνο-ασφάλειας- πολύτιμα σε μία εποχή, στην οποία ο ψηφιακός και ο φυσικός κόσμος είναι πλήρως διασυνδεδεμένα και το ένα μπορεί να έχει επιπτώσεις στο άλλο, όπως λέει ο κ. Πυλαρινός στο Outliers, το podcast της Endeavor με media partner το MoneyReview.
Μία κυβερνο-επίθεση μπορεί να πλήξει ένα δίκτυο ρεύματος, ύδρευσης, το αυτοκίνητό μας, μία συσκευή στο σπίτι μας. Τώρα πια στα data που έχουμε είναι όλη μας η ζωή. Όσο πιο σημαντικά τα δεδομένα τόσο πιο σημαντική είναι και η ασφάλειά τους.
O ίδιος όμως πώς μπήκε στον κόσμο του χάκινγκ; Τον οδήγησε εκεί η περιέργεια για το πώς λειτουργούν τα πράγματα. «Έλυνα τα παιχνίδια μου να δω πώς δουλεύουν, μετά έκανα το ίδιο και με τους υπολογιστές μου. Και έτσι κατάλαβα πως μπορώ να τους “πειράξω”» αφηγείται.
Είχε την τύχη να έρθει σε επαφή με την πληροφορική από μικρός. Στην Ε’ δημοτικού είχαν ένα πειραματικό μάθημα προγραμματισμού. Στο Γυμνάσιο πήρε τον πρώτο του υπολογιστή, τον οποίο και δεν σταματούσε να «σκαλίζει».
Τότε «το software που είχες, είχε αξία. Το χάκινγκ, τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαμε τα κρατούσαμε, τα ανταλλάσσαμε, και σίγουρα δεν υπήρχε δόλος» θυμάται.
Ο κ. Πυλαρινός εργάστηκε σε μία ναυτιλιακή για πάνω από 10 χρόνια στο τμήμα του IT και έμαθε πολλά. Όταν βγήκε ο νέος κανονισμός για τα προσωπικά δεδομένα GDPR του δόθηκε η ευκαιρία να επιστρέψει στην κυβερνο-ασφάλεια και σε αυτό που αγαπούσε, στο χάκινγκ.
Όταν δημιούργησε την δική του κοινότητα δεν μπορούσε να φανταστεί τον αντίκτυπο που θα είχε. Πώς όμως ήρθε η ιδέα για αυτήν; «Για να χακάρεις δεν μπορείς απλά να διαβάσεις ένα εγχειρίδιο. Πρέπει να δοκιμάζεις, να ανταλλάσσεις γνώσεις και ιδέες, να εξελίσσεις συνεχώς τις ικανότητές σου. Κατάλαβα λοιπόν ότι υπάρχει ένα κενό, μία ανάγκη, που προσπάθησα να καλύψω με το hack the box».
Στην αρχική της μορφή μάλιστα η κοινότητα ήταν στα ελληνικά: Χάκαρε το κουτί.
«Δεν είχα ως στόχο να φτιάξω εταιρεία. Ήθελα απλά να ξεκινήσω μία πλατφόρμα, μία κοινότητα για χάκερ και έβαλα πολλά social στοιχεία (chatroom κτλ, κάτι που πέτυχε» εξηγεί.
Στη συνέχεια το εγχείρημα έγινε δίγλωσσο, άνοιξε για ενδιαφερόμενους από το εξωτερικό και μεγάλωσε ταχύτατα.
«Ο ανταγωνισμός είναι σημαντικό κομμάτι, ώστε να μπορείς να γίνεσαι καλύτερος. Πέρα από το σόσιαλ κομμάτι, να μιλήσουμε, να ανταλλάξουμε απόψεις, ήρθε και η ουσιαστική συμβολή και εξέλιξη».
Το Hack The Box δούλεψε μόνο μερικούς μήνες αποκλειστικά ως κοινότητα. Πολύ γρήγορα ο κ. Πυλαρινός κατάλαβε ότι έπρεπε να εξελιχθεί σε εταιρεία. «Έτρωγε» χρήματα και επομένως έπρεπε να φέρνει και έσοδα. Στην κοινότητα γνώρισε τον Τζέιμς, που έγινε συνιδρυτής και έβαλε και το σπίτι του σαν έδρα της εταιρείας στην Αγγλία. Λίγο μετά μπήκε και ο Άρης.
Η Hack The Box δεν άργησε να λάβει προσφορές εξαγοράς. Είχε όμως και μία πιο ενδιαφέρουσα πρόταση από τη Marathon, την οποία και επέλεξε. Η Marathon θα επένδυε στην εταιρεία και εκείνοι θα άφηναν τις πρωινές δουλειές τους και θα αφοσιώνονταν στην startup.
Στη Hack the Box εργάζονται από την πρώτη στιγμή άτομα μέσα από την κοινότητα.
«Αυτό ήταν ένα τεράστιο ατού. Έχεις μισό εκατομμύριο άτομα, που ξέρεις πόσοι καλοί είναι και μπορείς να προσπαθήσεις να πάρεις τους καλύτερους» εξηγεί ο κ. Πυλαρινός.
Πλέον η εταιρεία έχει πολύ σημαντικούς πελάτες, ιδιώτες, επιχειρήσεις, κυβερνήσεις, αστυνομίες, όπως και συνεργασία με αρκετά πανεπιστήμια. Έχει επίσης δημιουργήσει και τη δική της Academy, στην οποία έχει προσπαθήσει να ενσωματώσει κάποια κομμάτια του παραδοσιακού training.
Χάρη σε έναν συνδυασμό «καλού προϊόντος και τύχης» δεν δυσκολεύθηκε να σηκώσει κεφάλαια. Αυτή τη στιγμή η εταιρεία κλείνει έναν νέο μεγάλο γύρο χρηματοδότησης. Η τελευταία επένδυση έγινε από ένα αμερικανικό fund που εστιάζει στην κυβερνοασφάλεια, το Paladin. Μαζί έχει μπει η Bright Eye ακόμη ένα αμερικανικό fund η OUP.
Tα χρήματα αυτά θα επενδυθούν σε έρευνα και ανάπτυξη, αλλά και στο marketing.
Ποιος είναι ο στόχος για μία εταιρεία που γεννήθηκε το 2017 και έγινε σε τέσσερα χρόνια τόσο μεγάλη; «Να φτάσει να είναι το brand αναγνωρίσιμο στον εταιρικό κόσμο συνολικά. Να μπορεί ένα παιδί που έχει ένα πιστοποιητικό από το Hack the Box να το δείξει σε μία συνέντευξη για πρόσληψη».
Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο moneyreview.gr
Βρείτε μας σε Apple Podcasts & Spotify